- εσωφρόνιζε
- ἐσωφρόνιζεσωφρονίζωrecall: imperf ind act 3rd sg
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
ἐσωφρόνιζε — σωφρονίζω recall imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υπερφρονώ — έω, ΜΑ [ὑπέρφρων, ονος] 1. λόγω τής αλαζονείας μου δεν δίνω αρκετή σημασία σε κάτι, περιφρονώ, υποτιμώ (α. «θεοῡ λόγος... οὐδὲ τὸ οἰκετικὸν γένος ὑπερφρονῶν τῆς κλήσεως», Ευσ. β. «ὑπερφρονήσας τὸν παρόντα δαίμονα», Αισχύλ.) 2. υπερέχω, ξεπερνώ… … Dictionary of Greek